του Γρηγόρη Ν. Θεοχάρη
Ο Σαλβαδόρ Νταλί, (11 Μαΐου 1904 – 23 Ιανουαρίου 1989) είναι η διασημότερη, εμβληματικότερη και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του σουρεαλιστικού κινήματος και της παγκόσμιας τέχνης του 20ού αιώνα. Πρόκειται για μια κοινά αποδεκτή διαπίστωση, ακόμη και από όσους στέκονται απέναντι στο φαινόμενο Νταλί με έντονα επικριτική διάθεση.
Όχι εντελώς άδικα. Διότι, σε αντίθεση με τους επίσης μεγαλοφυείς συντρόφους του στον Σουρεαλισμό, ο Νταλί, ουδέποτε συνέδεσε ουσιαστικά την τέχνη του με το πολιτικό πρόταγμα της κοινωνικής αλλαγής, κρατώντας από τις ρηξικέλευθες τομές της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας μόνο ένα εντυπωσιακό μεν, ιδεολογικά ευνουχισμένο δε, άδειο κέλυφος.
Κι όμως, λόγω ακριβώς της καλλιτεχνικής ιδιοφυΐας του, ο αδιαμεσολάβητος, από την συνείδηση, ονειρικός αυτοματισμός στην δημιουργική έκφραση – βασική σουρεαλιστική μέθοδος – ακόμη και απονευρωμένος από την κοινωνική ουσία του, οδηγήθηκε από τα χέρια του Νταλί σε δυσθεώρητα καλλιτεχνικά ύψη.
Το ενδιαφέρον στην περίπτωσή του είναι, ότι ενώ βρέθηκε στο επίκεντρο όλων των μεγάλων πολιτικών, κοινωνικών και καλλιτεχνικών γεγονότων του 20ού αιώνα, ενώ ήταν φίλος και συνεργάτης με καλλιτεχνικά μεγέθη όπως ο Μπουνιουέλ και ο Λόρκα, ενώ βούτηξε σε βαθιά επαναστατικά νερά με τους Σουρεαλιστές, ο Νταλί μοιάζει να αντιμετωπίζει τα πάντα σαν ένα παιχνίδι, σαν ένα παιδί που το μόνο που αποζητά ουσιαστικά είναι ένα ασφαλές περιβάλλον για να μπορεί να συνεχίσει να παίζει.
Ακόμη κι αν του το εξασφαλίζει ο φασισμός.
Γεννημένος στς 11 Μαΐου του 1904 στην Φιγέρες της Ισπανίας, σε οικονομικά ευκατάστατη οικογένεια, έδειξε από πολύ νωρίς την ζωγραφική δεινότητά του.
Μόλις στα 15 του συμμετείχε σε έκθεση στο Δημοτικό Θέατρο της Φιγέρες. Το 1922 εγκαθίσταται στη Μαδρίτη όπου και ξεκινά τις σπουδές του στην Ακαδημία των Τεχνών (Academia de San Fernando).
Εκεί έρχεται σε επαφή με τον ντανταϊσμό, που θα επιδράσει καταλυτικά στην καλλιτεχνική πορεία του, όπως συνέβη με όλους του Σουρεαλιστές, και συνδέεται φιλικά με τον ποιητή Φεδερίκο Λόρκα και τον σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ.
Το 1926 αποβάλλεται από την ακαδημία λίγο πριν τις τελικές του εξετάσεις, καθώς δηλώνει πως κανένας από τους καθηγητές του δεν είναι άξιος να τον κρίνει. Αν και αυτή η στάση μοιάζει τυπικά σουρεαλιστική, η πορεία θα δείξει ότι στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια πρώιμη έκφραση του ατομισμού, του ναρκισσισμού και της μεγαλομανίας του.
Την ίδια χρονιά, επισκέπτεται για πρώτη φορά το Παρίσι όπου συναντά τον Πικάσο.
Το 1929, ο Νταλί συνεργάζεται με τον Λουίς Μπουνιουέλ στην αριστουργηματική ταινία του τελευταίου, «Ανδαλουσιανός Σκύλος», που θεωρείται το κινηματογραφικό μανιφέστο του Σουρεαλισμού.
Παράλληλα γνωρίζει την μελλοντική σύζυγο του και μούσα του, την Ρωσίδα, Γιελένα Ντμτρίεβνα Ντελούβινα Ντιακόνοβα, περισσότερο γνωστή ως Γκαλά, όπως πέρασε στην ιστορία της τέχνης. Την εποχή που ο Νταλί γνωρίζει την Γκαλά, εκείνη είναι παντρεμένη με τον μεγάλο Γάλλο ποιητή – επίσης Σουρεαλιστή τότε – Πολ Ελυάρ, με τον οποίο είχε αποκτήσει και κόρη.
Ο Νταλί εντάσσεται στον Σουρεαλισμό επιχειρώντας μάλιστα να συνεισφέρει και σε θεωρητικό επίπεδο στο κίνημα μέσω της Παρανοϊκο-κριτικής μεθόδου του.
Συμμετέχει στην πρώτη μεγάλη υπερρεαλιστική έκθεση στην Αμερική, το 1932, όπου και αποσπά διθυραμβικές κριτικές. Εκείνη ήταν και η καλύτερη στιγμή του στο κίνημα. πολύ γρήγορα οι σουρεαλιστές θα έρθουν σε σύγκρουση μαζί του και ο Αντρέ Μπρετόν, η «ψυχή» του κινήματος, θα τον διαγράφει από αυτό, λόγω των αντιδραστικών πολιτικών θέσεών του, με αποκορύφωμα την στήριξή του στον Φράνκο.
Σε μια ακόμη επίδειξη ναρκισσισμού και στην έκρηξη της σύγκρουσής του με τον Μπρετόν, ο Νταλί θα δηλώσει ευθαρσώς ότι ο ίδιος είναι όλος ο Σουρεαλισμός, ενώ ο Μπρετόν θα τον λοιδορήσει με τον περίφημο αναγραμματισμό του ονόματος του Νταλί, σε Avida Dollars (άπληστος για δολάρια) κατηγορώντας τον ευθέως για εμπορευματοποίηση της τέχνης του και συστημικής ένταξής του στον πιο μεγάλο εχθρό των Σουρεαλιστών: Την μπουρζουαζία.
Η Γκαλά χωρίζει από τον Ελυάρ και ακολουθεί τον Νταλί στις ΗΠΑ, όπου καταφεύγει με το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. To 1941 πιάνει δουλειά στην Walt Disney για την ταινία κινούμενου σχεδίου Destino, αλλά μόνο 15 δευτερόλεπτα παρουσιάζονται ολοκληρωμένα πέντε χρόνια αργότερα. Το 1942 δημοσιεύεται και η αυτοβιογραφία του The Secret Life of Salvador Dali (Η κρυφή ζωή του Σαλβαδόρ Νταλί).
Το ζευγάρι, ωστόσο, περνά μεγάλες περιόδους στην Ισπανία, όπου την έχει σκεπάσει το σκοτάδι της στυγνής δικτατορίας του Φράνκο, μετά την νίκη του στον εμφύλιο πόλεμο – και μετά από την αμέριστη βοήθεια που είχε από τους ναζί – με αποτέλεσμα ο Νταλί να προκαλέσει την οργή του δημοκρατικού κόσμου και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Η πρόκληση έγινε ακόμη μεγαλύτερη, όταν μεταξύ 1960 – 1974 ο Νταλί εργάστηκε σχεδόν αποκλειστικά, σαν να μην συμβαίνει τίποτα στη χώρα, για την δημιουργία του Θεάτρου -Μουσείου Γκαλά – Σαλβαντόρ Νταλί στο Φιγέρες. Ζωγράφισε μάλιστα και ένα πορτρέτο της κόρης του δικτάτορα. Ο οποίος, δεδομένου ότι δεν είχε άλλο τόσο μεγάλο και «βαρύ» καλλιτεχνικό όνομα να επιδείξει – όλοι οι άλλοι μεγάλοι καλλιτέχνες είχαν ταχθεί εναντίον του – ανεχόταν όλες τις εκκεντρικότητες του Νταλί, ακόμη και και την στήριξή του στην μνήμη του δολοφονημένου από τους φασίστες, Λόρκα, του οποίου τα έργα ήταν απαγορευμένα. Η στήριξη αυτή ήταν και η μοναδική πράξη «αντίστασης» του Νταλί στο καθεστώς.
Το σύστημα δεν τον ξεχνά ακόμη και μετά την πτώση του Φράνκο. Το 1982 ο βασιλιάς Χουάν Κάρλος της Ισπανίας του απονέμει τον τίτλο του μαρκήσιου. Την ίδια χρονιά, στις 10 Ιουνίου πεθαίνει η Γκαλά, γεγονός που βυθίζει σε κατάθλιψη τον Νταλί, ο οποίος αποπειράται να αυτοκτονήσει.
Τελικά όμως θα ζήσει μέχρι και τις 23 Ιανουαρίου του 1989 στην πόλη που γεννήθηκε, προδομένος από την καρδιά του. Ο τάφος του βρίσκεται μέσα στο Μουσείο του στο Φιγέρες.
Comments