ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

Το πρωί της 7ης Δεκεμβρίου του 1941, αεροσκάφη ιαπωνικού ναυτικού επιτέθηκαν σε δύο κύματα εναντίον του αμερικανικού στόλου του Ειρηνικού στο Περλ Χάρμπορ.

0

Στις 7 Δεκεμβρίου 1941 εξαπολύθηκε η ιαπωνική αεροπορική επίθεση στον αμερικανικό στόλο που βρισκόταν στο Περλ Χάρμπορ, έναν μικρό όρμο ελλιμενισμού  στη Χαβάη των ΗΠΑ. Εκεί βρισκόταν αγκυροβολημένος ο στόλος του Ειρηνικού των ΗΠΑ πριν την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Η επίθεση είχε ως αποτέλεσμα μεγάλες απώλειες για τις ΗΠΑ (με ζημιές σε πολλά πλοία και περίπου 2.400 νεκρούς). Έθεσε επιπλεόν τέλος στην εσωστρέφεια και ουδετερότητα των ΗΠΑ. Την επόμενη μέρα οι ΗΠΑ κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον της Ιαπωνίας και στις 11 Δεκεμβρίου εναντίον της Γερμανίας και της Ιταλίας.

«Ο Δεκέμβριος του 1941 ήταν το σημείο καμπής του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου: η προέλαση του -φαινομενικά ανίκητου έως τότε- γερμανικού στρατού στο Ανατολικό Μέτωπο ανακόπτεται, ενώ οι Σύμμαχοι χρησιμοποιούν τον λεγόμενο «διάδρομο του Ιράν», το οποίο στο μεταξύ είχαν κατακτήσει, για να ανεφοδιάσουν τον ανεξάντλητο Κόκκινο Στρατό, που υπερασπιζόταν την Σοβιετική Ενωση. Ταυτόχρονα, η Ιαπωνική Αυτοκρατορία υποπίπτει στο πλέον καθοριστικό στρατηγικό λάθος της αναμέτρησης, με την απόφασή της να προκαλέσει την είσοδο των Ηνωμένων Πολιτειών στον πόλεμο» έγραφε σε παλιότερο άρθρο του στην Καθημερινή ο Νίκος Χρυσολωράς.

Αν και η επιλογή της επίθεσης στον ναύσταθμο του αμερικανικού στόλου στη Χαβάη θεωρήθηκε από το Τόκιο εκ των πραγμάτων επιβεβλημένη, ούτως ώστε να εξυπηρετηθούν τα ιαπωνικά σχέδια για κυριαρχία στη νοτιοανατολική Ασία, τελικά το αποτέλεσμα ήταν ακριβώς το αντίθετο: η ιαπωνική νίκη στο Περλ Χάρμπορ δεν οδήγησε τελικά στη συντριβή της αναδυόμενης υπερδύναμης, η οποία κατάφερε γρήγορα να ανασυντάξει τις δυνάμεις της και να γείρει αποφασιστικά την πλάστιγγα της αναμέτρησης προς την πλευρά των Συμμάχων. Με άλλα λόγια, το Περλ Χάρμπορ σήμανε την έναρξη της αντίστροφης μέτρησης για τις δυνάμεις του Αξονα…

Σύγκρουση συμφερόντων στον ΕιρηνικόΤου Μανόλη Κουμα, επισκέπτη λέκτορα στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου

Η ανάδειξη της Ιαπωνίας σε σημαντική περιφερειακή δύναμη στην Απω Ανατολή συντελέσθηκε σταδιακά, από τα τέλη του 19ου αιώνα έως και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, χάρη στην επιτυχή διοικητική και οικονομική προσαρμογή στις απαιτήσεις της βιομηχανικής εποχής, την αποτελεσματικότητα της ιαπωνικής στρατιωτικής μηχανής, αλλά και τις ευφυείς στρατηγικές επιλογές του Τόκιο: επικράτηση στον πόλεμο με την Κίνα (1894-1895) και τη Ρωσία (1904-1905)· σύναψη συμμαχίας με τη Βρετανία (1902)· και σύμπλευση με τις δυνάμεις της Αντάντ (1914-1918). Ετσι, μετά το τέλος του Πολέμου, η Ιαπωνία διέθετε σύγχρονη βιομηχανία, ισχυρό ναυτικό, άρτια οργανωμένο στρατό και μια αυτοκρατορία που εκτεινόταν από τη Νότια Σαχαλίνη και την Κορέα έως την Ταϊβάν και τα νησιά του Ειρηνικού. Μάλιστα, κατά τη συνδιάσκεψη της Ουάσιγκτον, το 1921-1922, η Ιαπωνία ήταν η μία από τις πέντε ναυτικές δυνάμεις που διαβουλεύθηκαν και συμφώνησαν συγκεκριμένα πλαίσια για την ανάπτυξη των θωρηκτών τους – αναγνώριση ότι το Τόκιο συγκαταλεγόταν πλέον μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων.

Τη δεκαετία του 1920 το Τόκιο βρέθηκε αντιμέτωπο με νέες προκλήσεις. Υστερα από μια περίοδο διπλωματικής απομόνωσης, η Σοβιετική Ενωση προσπάθησε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ανατολική Ασία, γεγονός που μοιραία την έφερε αντιμέτωπη με την Ιαπωνία. Παράλληλα, η άνοδος του κινεζικού εθνικισμού προκάλεσε τις έντονες ανησυχίες του Τόκιο, αφού στόχος των Κινέζων εθνικιστών ήταν η απαλλαγή της χώρας από την επιρροή τόσο των ευρωπαϊκών αποικιοκρατικών δυνάμεων όσο και της Ιαπωνίας. Τέλος, το γεγονός ότι δεν διέθετε αυτάρκεια σε πρώτες ύλες καθιστούσε την Ιαπωνία εξαρτημένη από την αγορά των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ολλανδίας, με τις τρεις τελευταίες δυνάμεις να ελέγχουν τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της νοτιοανατολικής Ασίας. Ετσι, όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση του 1929, η απόφαση των δυτικοευρωπαϊκών κυβερνήσεων να επιβάλουν δασμολογική προστασία για τα προϊόντα των αποικιών τους αποτέλεσε ισχυρό πλήγμα για την ιαπωνική οικονομία. Το γεγονός αυτό διευκόλυνε την απόφαση του ιαπωνικού στρατού να προχωρήσει το 1931-1933 στην επίθεση εναντίον κινεζικού εδάφους, την κατάληψη της Μαντζουρίας και την ίδρυση ενός κράτους-μαριονέτας, του Μαντσουκουό.

Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930, η επικράτηση ακραίων στοιχείων στους κόλπους του στρατού, που επιθυμούσαν τη σύγκρουση με την Κίνα και τη ΕΣΣΔ, οδηγούσε την Ιαπωνία σε μια επιθετική πολιτική. Πράγματι, τον Αύγουστο του 1938 και τον Μάιο του 1939, ιαπωνικά και σοβιετικά στρατεύματα συγκρούστηκαν κατά μήκος των συνόρων της Μαντζουρίας με τη Μογγολία και τη ΕΣΣΔ, ενώ το 1937 ιαπωνικές δυνάμεις επιτέθηκαν εναντίον της Κίνας, σηματοδοτώντας την έναρξη του νέου σινοϊαπωνικού πολέμου. Στο διπλωματικό πεδίο, η συνομολόγηση του Συμφώνου κατά της Κομιντέρν ανάμεσα στην Ιαπωνία και τη ναζιστική Γερμανία, τον Νοέμβριο του 1936, συνέβαλε στην ενίσχυση της συνεργασίας των δύο κρατών. Η πολιτική του Τόκιο ήταν επόμενο να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια των ΗΠΑ. Υπέρμαχος των κανόνων του ελεύθερου εμπορίου και της πολιτικής των «ανοιχτών θυρών» προς την Κίνα, η Ουάσιγκτον αντιμετώπιζε με καχυποψία την εγκαθίδρυση ζωνών προνομιακής οικονομικής εκμετάλλευσης. Επιπλέον, έχοντας προβεί σε δραματική μείωση του πολεμικού της ναυτικού, η αμερικανική ηγεσία έβλεπε με ανησυχία την άνοδο της ιαπωνικής ισχύος στον Ειρηνικό. Ετσι, παρά το γεγονός ότι η νομοθεσία περί ουδετερότητας δεν επέτρεπε στις ΗΠΑ να επέμβουν σε συγκρούσεις τρίτων κρατών, η Ουάσιγκτον ενίσχυσε φανερά την πολεμική προσπάθεια της Κίνας μετά το 1937.

Το 1940, η κατάληψη της Ολλανδίας και της Γαλλίας από τα γερμανικά στρατεύματα και η διαφαινόμενη κατάρρευση της Βρετανίας προσέφεραν μοναδική ευκαιρία στο Τόκιο να επεκτείνει την επιρροή του στη νοτιοανατολική Ασία. Η προοπτική αυτή προκάλεσε νέες ανησυχίες στον Αμερικανό πρόεδρο, Φραγκλίνο Ρούζβελτ: αν οι Γερμανοί επικρατούσαν στη Μάχη της Αγγλίας και έθεταν υπό τον έλεγχό τους το Βασιλικό Ναυτικό, θα επέκτειναν την κυριαρχία τους στον Ατλαντικό, θέτοντας σε κίνδυνο την αμερικανική ασφάλεια. Καθώς οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της νοτιοανατολικής Ασίας ήταν ζωτικής σημασίας για τη συνέχιση της βρετανικής αντίστασης, οι ΗΠΑ έλαβαν μέτρα προκειμένου να παρεμποδίσουν την ιαπωνική επέκταση: ακύρωση της αμερικανοϊαπωνικής συνθήκης εμπορίου, μετακίνηση του στόλου του Ειρηνικού στο Περλ Χάρμπορ των νησιών Χαβάη, μείωση των εξαγωγών προς την Ιαπωνία και οικονομική ενίσχυση της Κίνας. Η Ιαπωνία από την πλευρά της υπέγραψε τον Σεπτέμβριο του 1940 το «τριμερές σύμφωνο» με τη Γερμανία και την Ιταλία, ενισχύοντας τους δεσμούς της με τις δυνάμεις του Αξονα.

Η γερμανική επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης, τον Ιούνιο του 1941, άλλαξε δραματικά τα δεδομένα στην Απω Ανατολή. Εχοντας υπογράψει από τον Απρίλιο του 1941 σύμφωνο ουδετερότητας με τη Μόσχα, το Τόκιο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εξάλειψη της σοβιετικής απειλής στον Βορρά θα επέτρεπε την επέκταση της Ιαπωνίας στον Νότο. Ως πρώτο βήμα της στρατηγικής αυτής, ιαπωνικά στρατεύματα κατέλαβαν τον Ιούλιο τη γαλλική Ινδοκίνα. Οι ΗΠΑ εξακολουθούσαν να αντιλαμβάνονται ως μεγαλύτερο κίνδυνο για την αμερικανική ασφάλεια τη Γερμανία, θεωρώντας, όμως, εξίσου καθοριστική τη διατήρηση των ευρωπαϊκών αποικιών εκτός της ιαπωνικής σφαίρας επιρροής, επέβαλαν εμπάργκο στην εξαγωγή πετρελαίου προς την Ιαπωνία.

Δεδομένου ότι η ιαπωνική αυτοκρατορία δεν διέθετε πετρελαιοπαραγωγούς περιοχές και τα αποθέματα πετρελαίου θα εξαντλούνταν σύντομα, το Τόκιο βρέθηκε ενώπιον ενός καθοριστικού διλήμματος: θα προχωρούσε σε αποκατάσταση των σχέσεων με την Ουάσιγκτον με τίμημα την εγκατάλειψη της επέκτασης στη νοτιοανατολική Ασία; Μια τέτοια επιλογή θα κινδύνευε, από τη σκοπιά των Ιαπώνων ιθυνόντων, να καταστήσει την Ιαπωνία εξαρτημένη από τις αμερικανικές στρατηγικές επιλογές και αποφάσεις. Ή μήπως θα καταλάμβανε τις πετρελαιοπηγές των ολλανδικών Ανατολικών Ινδιών ρισκάροντας τον πόλεμο με τις ΗΠΑ; Καθώς το Τόκιο επέλεξε τη δεύτερη πορεία, ο αρχηγός του ιαπωνικού στόλου, ναύαρχος Γιαμαμότο Ισορόκου, έπεισε την ηγεσία του Τόκιο για την ανάγκη αιφνιδιαστικής επίθεσης εναντίον του αμερικανικού στόλου στο Περλ Χάρμπορ πριν εξαντληθούν τα αποθέματα πετρελαίου και πριν οι ΗΠΑ ολοκληρώσουν το ναυτικό τους πρόγραμμα, που προέβλεπε τον διπλασιασμό και εκσυγχρονισμό του πολεμικού τους ναυτικού. Ο Γιαμαμότο υποστήριζε ότι, μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, οι ΗΠΑ θα χρειάζονταν ένα ή δύο χρόνια για την επισκευή του στόλου τους. Το διάστημα αυτό η Ιαπωνία θα προχωρούσε στην κατάληψη της νοτιοανατολικής Ασίας και θα διαπραγματευόταν με την Ουάσιγκτον από θέση ισχύος.

Εντυπωσιακή, αλλά αποτυχημένη επιχείρηση

Το πρωί της 7ης Δεκεμβρίου του 1941, αεροσκάφη του πρώτου αεροπορικού στόλου του ιαπωνικού ναυτικού επιτέθηκαν σε δύο κύματα εναντίον του αμερικανικού στόλου του Ειρηνικού στο Περλ Χάρμπορ. Από απόψεως τακτικής, η ιαπωνική επιχείρηση δεν ήταν επιτυχημένη: μόλις δύο θωρηκτά βυθίστηκαν (Arizona) ή καταστράφηκαν ολοσχερώς (Oklahoma), ενώ τα υπόλοιπα έξι σύντομα επισκευάστηκαν και επανεντάχθηκαν στον αμερικανικό στόλο. Ολα τα αντιτορπιλικά και καταδρομικά που υπέστησαν ζημιές ανακατασκευάστηκαν, ενώ τα δύο αεροπλανοφόρα του στόλου του Ειρηνικού δεν βρίσκονταν τη στιγμή της επίθεσης στο Περλ Χάρμπορ. Τέλος, τα περισσότερα αμερικανικά αεροσκάφη καταστράφηκαν στο έδαφος και σημαντικές ήταν οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές: πάνω από 2.400 νεκροί και 1.100 τραυματίες.

Από στρατηγικής άποψης, η ιαπωνική επίθεση υπήρξε καταστροφική για το Τόκιο και αποτέλεσε τομή στην εξέλιξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Στις 8 Δεκεμβρίου, οι ΗΠΑ κήρυξαν τον πόλεμο στην Ιαπωνία και, τρεις μέρες αργότερα, η Γερμανία και η Ιταλία κήρυξαν τον πόλεμο στις ΗΠΑ. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με την αποτυχία της ναζιστικής Γερμανίας για μια γρήγορη επικράτηση εις βάρος της Σοβιετικής Ενωσης, άλλαξαν δραματικά την ισορροπία των δυνάμεων εις βάρος του Αξονα. Η κινητοποίηση του αμερικανικού οικονομικού κολοσσού και η δημιουργία σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα της πανίσχυρης αμερικανικής στρατιωτικής μηχανής, συμμάχου της Βρετανίας και της Σοβιετικής Ενωσης, δικαιώνει εκείνους που θεωρούν ότι ο Αξονας δεν έχασε τον πόλεμο το 1945, αλλά το 1941.

Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ είχαν αποκρυπτογραφήσει τον ιαπωνικό κώδικα ανταλλαγής μηνυμάτων και την ημέρα της επίθεσης μεγάλο μέρος του στόλου τους (κυρίως τα αεροπλανοφόρα) δεν βρισκόταν στο Περλ Χάρμπορ έχει προκαλέσει εύλογα ερωτήματα σχετικά με τον ρόλο του Αμερικανού προέδρου: αγνοούσε πράγματι ο Ρούσβελτ τα ιαπωνικά σχέδια ή μήπως τα είχε πληροφορηθεί, αλλά άφησε την ιαπωνική επίθεση να εξελιχθεί προκειμένου να αποσπάσει την έγκριση του απρόθυμου Κογκρέσου για είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο; Μήπως, σε τελική ανάλυση, στόχος του ήταν ακόμα και να προκαλέσει την ιαπωνική επίθεση; Νεότερη έρευνα τονίζει ότι τα αποκρυπτογραφημένα μηνύματα «έδειχναν» ότι οι Ιάπωνες είχαν σκοπό να επιτεθούν στη νοτιοανατολική Ασία ή στον δυτικό Ειρηνικό, αλλά όχι συγκεκριμένα στο Περλ Χάρμπορ. Σύμφωνα με την ίδια άποψη, ο Λευκός Οίκος πίστευε ότι ο πόλεμος με το Τόκιο ήταν αναπόφευκτος, αλλά παράλληλα θεωρούσε παράλογη οποιαδήποτε σκέψη για επίθεση στο Περλ Χάρμπορ. Καθώς καμία από τις αντικρουόμενες απόψεις δεν στοιχειοθετείται επαρκώς, η άποψη περί αμερικανικής πρότερης γνώσης της ιαπωνικής επίθεσης παραμένει ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα θεωρίας συνωμοσίας του 20ού αιώνα.

πηγή: TVXS

Google Doodle: Αφιερωμένο στην Τουρκάλα χημικό Remziye Hisar – ΦΩΤΟ – ΒΙΝΤΕΟ

Previous article

Γιατί ο Μπιλ Γκέιτς πλένει τα πιάτα κάθε βράδυ

Next article

You may also like

Comments

Comments are closed.