Ερωτήσεις που προβληματίζουν όλους τους γονείς και απαντήσεις από την κα Μαρίαννα Καπίρη, Ειδική παιδαγωγό – Ψυχοπαιδαγωγό
Συνέντευξη στη Μαρία Παπανικολάου
Υπάρχει αλήθεια μεγάλος προβληματισμός για την ομαλή εξέλιξη των παιδιών μέσα στο μαθησιακό περιβάλλον, ειδικά σε μικρές ηλικίες και από την στιγμή που θα ενταχθούν σε αυτό.
Εκπαιδευτικοί και γονείς έρχονται κάθε χρόνο, στην έναρξη της σχολικής χρονιά, πρόσωπο με πρόσωπο, με ερωτήματα, διλλήματα και αγωνίες σχετικά με τον τρόπο που τα παιδιά εντάσσονται, λειτουργούν και τελικά προσαρμόζονται σε ένα δύσκαμπτο εκπαιδευτικό σύστημα, που τα ομαδοποιεί τα παιδιά για να τα «μάθει» και που αδιαφορεί για τα παιδιά αυτά, με διαφορετική ψυχοσύνθεση ή δυσκολίες στην μάθηση.
Απευθυνθήκαμε στο Πλαίσιο Ψυχικής Υγείας και Ειδικής Αγωγής «ΠΡΟΣΩΠΑ» στην Κόρινθο, που ιδρύθηκε το 2018 από τις κυρίες Ράνια Μπούμη (ψυχολόγο – ψυχοθεραπεύτρια) και Μαριάννα Καπίρη (Ειδική παιδαγωγό – Ψυχοπαιδαγωγό), ήδη συνεργάτιδες εδώ και μια δεκαετία. Τα ερωτήματα πολλά, όπως και οι απορίες.
Τις απαντήσεις στις ερωτήσεις μας για τις Μαθησιακές Δυσκολίες και την Ειδική Αγωγή μας δίνει η κα Μαριάννα Καπίρη, Ψυχοπαιδαγωγός.
Ερώτηση: Μια νέα σχολική χρονιά αρχίζει και μαζί με τη χαρά που δημιουργεί το γεγονός αρχίζουν και οι αγωνίες. Μπορείτε να δώσετε σε γενικές γραμμές μια εκτίμηση της κατάστασης στην Κορινθία σχετικά με την ειδική αγωγή και τα μαθησιακά προβλήματα των παιδιών; Υπάρχουν δομές; Υπάρχει βοήθεια; Εξυπηρετούνται οι ανάγκες;
Απάντηση: Αρχικά να ευχηθούμε καλή σχολική χρονιά σε όλα τα παιδιά και σε όλους εμάς, που έχουμε την τύχη και την ευτυχία να εργαζόμαστε μαζί τους. Η κατάσταση στην Κορινθία θα έλεγα ότι ακολουθεί τη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί αυτή τη στιγμή στο χώρο της ειδικής αγωγής. Το τελευταίο διάστημα υπάρχει μία μεγάλη ανακατάταξη στο χώρο, όσον αφορά στις παροχές και τις υπηρεσίες, κάτι το οποίο έχει προκαλέσει αλλαγές, τόσο σε επίπεδο φορέων όσο και σε επίπεδο υπηρεσιών κι έχει επηρεάσει γονείς και ειδικούς αντίστοιχα. Είμαστε σε μία περίοδο που περιμένουμε να δούμε ποια θα είναι η εξέλιξη κι αναμένουμε κι ελπίζουμε το καλύτερο. Παρόλα αυτά, επειδή οι ανάγκες δε σταματούν κι επειδή το παιδί είναι στο επίκεντρο, πάντα υπάρχει τρόπος κα πάντα πρέπει να τον βρίσκουμε εμείς οι ενήλικοι, ώστε κάθε παιδί με ή χωρίς μαθησιακά προβλήματα να μπορεί να λαμβάνει την εκπαίδευση που του ταιριάζει και που δικαιούται. Ως προς τις δομές, εδώ στην Κορινθία υπάρχει σε επίπεδο δημοσίου το ΚΕΣΣΥ και το νοσοκομείο της Κορίνθου.
«πάντα υπάρχει τρόπος κα πάντα πρέπει να τον βρίσκουμε εμείς οι ενήλικοι, ώστε κάθε παιδί με ή χωρίς μαθησιακά προβλήματα να μπορεί να λαμβάνει την εκπαίδευση που του ταιριάζει και που δικαιούται.»
Δεν ξέρω αν μου διαφεύγουν κι άλλες δομές, οι οποίες παρέχουν διάγνωση κι αξιολόγηση. Σ’ επίπεδο παρέμβασης κατά βάση οι δομές είναι ιδιωτικές. Οι ανάγκες είναι και ποσοτικές και ποιοτικές. Ενδεχομένως ποσοτικά να καλύπτονται, ποιοτικά πραγματικά θα έλεγα ότι έχει να κάνει με τον εκάστοτε φορέα κι ακόμη περισσότερο με τον εκάστοτε θεραπευτή και ειδικό. Καλό είναι να αναφέρουμε ότι υπάρχουν σημεία στην Κορινθία, όπως είναι τα Αθίκια, όπου υπάρχουν επίσης δομές για παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες κι ανάγκες και αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Ερώτηση: Πότε πρέπει ένας γονιός να ανησυχήσει και να αναζητήσει βοήθεια, ηλικιακά εννοώ;
Απάντηση: Ο γονέας είναι ο πρώτος που έχει τις ενδείξεις. Είναι όμως συνήθως πολύ δύσκολο να τις αναγνωρίσει, αφενός γιατί δεν έχει τη γνώση αφετέρου γιατί είναι πολύ δύσκολο να εντοπίσεις στο δικό σου παιδί την οποιαδήποτε δυσκολία. Σε σχέση με τα μαθησιακά προβλήματα όμως, θα λέγαμε ότι ενδείξεις υπάρχουν στην προσχολική ηλικία. Επομένως, σε περίπτωση που ένα παιδί δυσκολεύεται με κάποιο τρόπο να προσαρμοστεί σε αυτό που στην πραγματικότητα του ζητιέται να κάνει και παράλληλα δυσκολεύεται να λαμβάνει τη γνώση, την πληροφορία, η οποία του δίνεται, θα έλεγα ότι αυτό είναι ένα πρώτο ηχηρό μήνυμα. Επίσης, μεγάλη σημασία έχει η εξέλιξη του λόγου και της κίνησης του παιδιού, της αδρής και λεπτής κινητικότητάς του, της αντίληψής του, ακόμα κι απ’ την νηπιακή ηλικία. Ένα παιδί χρειάζεται να μπορεί να είναι επικοινωνιακό, να μπορεί να επικοινωνεί τις ανάγκες του κατά βάση, να μπορεί να εκφράζεται ακόμα και μη λεκτικά και να μπορεί να δείχνει ότι απολαμβάνει την αλληλεπίδραση με τους γύρω του.
«…σε περίπτωση που ένα παιδί δυσκολεύεται με κάποιο τρόπο να προσαρμοστεί σε αυτό που στην πραγματικότητα του ζητιέται να κάνει και παράλληλα δυσκολεύεται να λαμβάνει τη γνώση, την πληροφορία, η οποία του δίνεται, θα έλεγα ότι αυτό είναι ένα πρώτο ηχηρό μήνυμα»
Σε περίπτωση που αυτά δε συμβαίνουν θα έλεγα ότι είναι τα πρώτα σημάδια δυσκολιών. Από κει και πέρα, όταν το παιδί πια μπει στη σχολική ζωή, οι ενδείξεις είναι πιο ισχυρές. Το παιδί θα δυσκολεύεται, θα καθυστερεί στην εκμάθηση των γραμμάτων, των αριθμών, θα δυσκολεύεται πιθανότατα στη γραφή ή στην ορθογραφία αργότερα. Επομένως, εκεί είναι πολύ καλύτερα ν’ απευθυνθούμε εγκαίρως σε κάποιον ειδικό, παρά να περιμένουμε να περάσει το παιδί στην επόμενη τάξη και να δούμε πώς θα εξελιχθεί. Η έγκαιρη παρέμβαση μειώνει σχεδόν στο μισό τον χρόνο που απαιτείται για να βελτιωθούν δεξιότητες που χρήζουν βελτίωσης.
Ερώτηση: Ειδικότερα τώρα, ένας γονιός έχει λάβει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την αξιολόγηση του παιδιού του. Έχει αποδεχτεί το γεγονός πως το παιδί πρέπει να ενταχθεί στην Ειδική αγωγή, τι πρέπει και τι μπορεί να κάνει; Η ένταξη του παιδιού σε ειδικό τμήμα αρκεί;
Απάντηση: Τα τμήματα ένταξης συνήθως παρέχουν ένα είδος ομαδικής εκπαίδευσης, η οποία πολύ συχνά είναι αξιόλογη. Παράλληλα με αυτό είναι σημαντικό το παιδί να λαμβάνει και εξατομικευμένη παρέμβαση. Αυτό σημαίνει ότι αναλόγως τη διάγνωση υπάρχει και η αντίστοιχη προτεινόμενη θεραπεία. Αυτή θα πρέπει να ακολουθείται κι εξατομικευμένα από τον αρμόδιο ειδικό, τον οποίο θα επιλέξει ο γονέας σύμφωνα με το δικό του κριτήριο, το οποίο συνήθως έχει να κάνει με την προσωπικότητά του, με δείγματα δουλειάς του και με το γονεϊκό του ένστικτο.
«…αναλόγως τη διάγνωση υπάρχει και η αντίστοιχη προτεινόμενη θεραπεία. Αυτή θα πρέπει να ακολουθείται κι εξατομικευμένα από τον αρμόδιο ειδικό, τον οποίο θα επιλέξει ο γονέας σύμφωνα με το δικό του κριτήριο, το οποίο συνήθως έχει να κάνει με την προσωπικότητά του, με δείγματα δουλειάς του και με το γονεϊκό του ένστικτο.»
Τα ίδια τα παιδιά εφόσον έχουν λάβει μία διάγνωση και εφόσον αυτό τους έχει ανακοινωθεί μ’ έναν τρόπο που είναι φιλικός προς αυτά και όχι επιθετικός ή απροσδιόριστος, τότε το παιδί συνήθως είναι πολύ δεκτικό στο να ακολουθήσει κάτι το οποίο θα το βοηθήσει. Το παιδί χρειάζεται εξαρχής να είναι ενημερωμένο για το τι πρόκειται να κάνει, με ποιους και για πόσο περίπου διάστημα. Είναι πολύ σημαντικό λοιπόν να δοθεί η σωστή ψυχοεκπαίδευση, στο γονέα αρχικά σε σχέση με τη διάγνωση, ώστε ο ίδιος να μπορέσει να την επικοινωνήσει στα παιδιά κι αντίστοιχα κι ο ειδικός να επικοινωνήσει στο παιδί θέματα σε σχέση με τις δυνατότητες και τις δεξιότητες του, ώστε το παιδί να μπει στη θεραπεία μ’ ένα τρόπο θετικό, που να του ενεργοποιεί το κίνητρο
Ερώτηση: Πως αντιμετωπίζουν τα ίδια τα παιδιά την ένταξή τους σε ένα Τμήμα Ειδικής Αγωγής ; Η ένταξή τους σε ένα τμήμα, που ορίζεται από τη διαφορετικότητά τους δημιουργεί προβλήματα στην εξέλιξή τους;
Απάντηση: Συχνά το παιδί ερμηνεύει την εισαγωγή του στο τμήμα ένταξης ως αιτία στιγματισμού. Γι’ αυτό και εδώ και πάρα πολλά χρόνια κάνουμε λόγο για το σχολείο της συμπερίληψης, όπου όλοι οι μαθητές θα μπορούν μέσα στην ίδια τάξη να διδάσκονται με βάση τη διαφορετικότητα του ΚΑΘΕΝΟΣ. Δεν είναι ακριβώς το ίδιο όταν το παιδί απευθύνεται σ’ ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα παρέμβασης. Εκεί το παιδί αισθάνεται μεγαλύτερη πιθανόν ασφάλεια, γιατί δεν θα κριθεί για την επίδοσή του από κανέναν. Μέσα από την ατομική παρέμβαση το παιδί θα ενδυναμωθεί με στόχο να αγαπήσει και το μέρος του εαυτού του που σχετίζεται με τη δυσκολία του και δυναμικά να βγει στο σχολείο και στην κοινωνία χωρίς να αισθάνεται ότι σε κάτι μειονεκτεί. Ως προς την εξέλιξη των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες, θα έλεγα ότι δεν κρίνεται μόνο από την εισαγωγή τους στο τμήμα ένταξης. Είναι κάτι που εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Έχει να κάνει με την ίδια την οικογένεια και πώς εκείνη δέχεται κι αγκαλιάζει το γεγονός, με τους εκπαιδευτικούς, αλλά και με τους θεραπευτές που έχουν το παιδί υπό τη φροντίδα τους στο εξατομικευμένο πρόγραμμα. Η πορεία του παιδιού εξαρτάται από όλους όσους συμμετέχουμε στη ζωή και την εκπαίδευσή του.
«…η πορεία του παιδιού εξαρτάται από όλους όσους συμμετέχουμε στη ζωή και την εκπαίδευσή του»
Ερώτηση: Η ένταξη των παιδιών σε μια «ειδική» ομάδα ανάλογα με τη δυσκολία τους και σε μια γενική ομπρέλα με τον όρο ΔΕΠΥ είναι αριθμητικά όλο και μεγαλύτερη τα τελευταία χρόνια, γιατί; Που οφείλεται αυτό; Είναι στα αλήθεια τόσα πολλά παιδιά ΔΕΠΥ ή χρήζουν ειδικής αγωγής ή υπάρχει μια εύκολη λύση κάτω από την οποία κρύβονται άλλα προβλήματα που έχουν να κάνουν με το οικογενειακό περιβάλλον ή την ποιότητα ζωής;
Απάντηση: Η ΔΕΠ-Υ – Διαταρραχή Ελλειματικής Προσοχής- Υπερκινητικότητα – είναι εξ΄ ορισμού ένα εγγενές σύνδρομο. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις παιδιών που έχουν μία έντονη κινητικότητα ή μια διάσπαση της προσοχής ή έναν παρορμητισμό, τα οποία πολύ συχνά όμως ως συμπεριφορές είναι δευτερογενείς, δηλαδή προκύπτουν υπό ορισμένες συνθήκες. Αυτό σημαίνει ότι μια μαθησιακή δυσκολία -για παράδειγμα- μπορεί να επιφέρει διάσπαση προσοχής στο παιδί, ως αποτέλεσμα της δυσκολίας του. Συνεπώς, θα λέγαμε ότι υπάρχουν πολλά παιδιά τα οποία έχουν την ταμπέλα «ΔΕΠ-Υ», ενώ τα συμπτώματα είναι πολλές φορές αποτελέσματα του περιβάλλοντος ή άλλων δυσκολιών. Εκεί πραγματικά χρειάζεται να αξιολογηθεί το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο ζει και μεγαλώνει το παιδί, καθώς και η συνολική του εικόνα αναπτυξιακά και ψυχολογικά.
Ερώτηση: Ποια είναι τελικά η εξέλιξη αυτών των παιδιών; Εντάσσονται και πότε στο εκπαιδευτικό σύστημα παρακολουθώντας τις σπουδές τους; Και σε ποιο βαθμό;
Απάντηση: Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες δεν έχουν μία ομοιογενή εξέλιξη. Η εξέλιξή τους εξαρτάται από τους παράγοντες που αναφέραμε πριν, από την οικογένεια, από τους εκπαιδευτικούς τους οποίους θα συναντήσουν, που παίζουν καθοριστικό ρόλο, από το εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και από το ίδιο το παιδί. Θα έλεγα ότι δεν εντάσσονται ποτέ στο εκπαιδευτικό σύστημα πλήρως, αλλά καταφέρνουν πάρα πολύ συχνά να σπουδάσουν, ιδίως εάν έχει δοθεί μία έγκαιρη διάγνωση και μία δυνατότητα σε αυτά να εξετάζονται με αυτόν τον τρόπο που τα ίδια τα εξυπηρετεί και καλύπτει τις ανάγκες τους. Αν ένα παιδί έχει δυσγραφία και η γραφή του είναι πάρα πολύ δυσκολεμένη είναι πολύ πιθανόν να αξιολογηθεί πολύ χαμηλότερα από αυτό που θα μπορούσε πραγματικά να αποδώσει, επομένως το γραπτό του θα τον αδικούσε. Άρα, η δυνατότητα προφορικής εξέτασης θα βοηθούσε αυτό το παιδί ν’ αξιολογηθεί δίκαια. Το θετικό με αυτό είναι ότι πλέον πολύ πιο άμεσα παραπέμπονται για αξιολόγηση και λαμβάνουν γνωματεύσεις, επομένως αποφεύγονται θα λέγαμε οι όποιες κακοτοπιές.
«…θα ευχόμουν τέλος, στα παιδιά να έρθει η στιγμή που θα μπορέσουν να βιώσουν μέσα στο σχολείο την ικανοποίηση να παίρνουν θετική ανατροφοδότηση απ’ όλες τις δεξιότητές τους κι όχι μόνο απ’ αυτές που είναι αμιγώς μαθησιακές. Ένα παιδί λοιπόν που μπορεί να είναι πάρα πολύ καλό στο χορό θα είχε πολύ ενδιαφέρον να μπορεί αυτό να το επιδείξει μέσα στο σχολείο και να το αναδείξει και να το εξελίξει. Θα ευχόμουν να υπάρχει στο μέλλον μία τέτοια ευκαιρία»
Ερώτηση: Αν θα έπρεπε να δώσετε μια συμβουλή, ποια θα ήταν και προς ποιους, γονείς, παιδιά, εκπαιδευτικούς, πολιτεία;
Απάντηση: Δε θα έλεγα ότι θα μπορούσα να συμβουλεύσω, αλλά θα ήθελα να ευχηθώ ίσως. Θα ευχόμουν λοιπόν σ’ εμάς τους ενήλικες, είτε είμαστε γονείς, είτε εκπαιδευτικοί, είτε ακόμη περισσότερο πολιτεία να σχεδιάζουμε με σεβασμό κι αγάπη τα προγράμματα, τα οποία έχουμε σκοπό να δομήσουν την εκπαίδευση και θα ευχόμουν αυτά να βασίζονται στη συμπερίληψη, πράγμα που σημαίνει ότι δε θα διαχωρίζονται οι μαθητές ανάλογα με τις επιδόσεις τους. Θα ευχόμουν τέλος, στα παιδιά να έρθει η στιγμή που θα μπορέσουν να βιώσουν μέσα στο σχολείο την ικανοποίηση να παίρνουν θετική ανατροφοδότηση απ’ όλες τις δεξιότητές τους κι όχι μόνο απ’ αυτές που είναι αμιγώς μαθησιακές. Ένα παιδί λοιπόν που μπορεί να είναι πάρα πολύ καλό στο χορό θα είχε πολύ ενδιαφέρον να μπορεί αυτό να το επιδείξει μέσα στο σχολείο και να το αναδείξει και να το εξελίξει. Θα ευχόμουν να υπάρχει στο μέλλον μία τέτοια ευκαιρία. Πολύ σημαντικό είναι η αλλαγή της φιλοσοφίας μας πάνω στην εκπαίδευση και πάνω στο πώς πλαισιώνουμε και διαπαιδαγωγούμε τα παιδιά από τον πρώτο χρόνο της ζωής τους. Ο άκρατος συμπεριφορισμός της παραδοσιακής εκπαίδευσης είναι ώρα να δώσει τη θέση του σε μοντέλα παιδαγωγικά βασισμένα στη θετική διαπαιδαγώγηση και το σεβασμό στην προσωπικότητα κάθε παιδιού.
Η Μαριάννα Καπίρη είναι ειδική παιδαγωγός – Ψυχοπαιδαγωγός
Πλαίσιο Ψυχικής Υγείας και Ειδικής Αγωγής «ΠΡΟΣΩΠΑ»
Comments