Μια ιστορία του Ξυλοκάστρου στο 19° αιώνα είναι ταυτόχρονα και μια ιστορία της σταφίδας.
Αυτή – η «μαυρομάτα βασίλισσα»- καθορίζει τις σχέσεις του Ξυλοκάστρου με τον «έξω κόσμο», αυτή και τις σχέσεις με τον «εντός κόσμο» που δεν είναι άλλος από τον κόσμο της υπαίθρου, των χωριών της περιοχής μας. Οι καλλιεργητές αυτοί θα επικαλούνται πάντοτε το φλογερό ήλιο που «θα ψήσει τη σταφίδα / τη μόνη ελπίδα / κρατώντας στο ένα χέρι το κοφτερό μαχαίρι / να σφάξει τη βροχή». Οι αγγλικές αγορές είναι ο κύριος τόπος προορισμού της Ξυλοκαστρινής σταφίδας.
Τότε, το Ξυλόκαστρο τράβηξε την προσοχή των ξένων, οι οποίοι μετά το 1900 κάθε καλοκαίρι έρχονταν για να απολαύσουν τον περίφημο Πευκιά, την καταγάλανη θάλασσα με την μοναδική σε ομορφιά παραλία της, την κωμόπολη με τα καλόγουστα κεραμοσκεπή σπίτια και τους ανθισμένους κήπους, την «ανθούπολη» όπως την έλεγαν, Το 1906, στη μαγευτική παραλία του Πευκιά εμφανίστηκαν οι πρώτοι γυμνιστές στην Ελλάδα.
Την ίδια εποχή, ο μεγάλος μας λυρικός ποιητής Άγγελος Σικελιανός με τη σύζυγο του Εύα Πάλμερ, έχτισαν μια πανέμορφη εξοχική κατοικία στην άκρη του Πευκιά προς το μέρος της Συκιάς, όπου κατά καιρούς φιλοξενήθηκαν σπουδαίες προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών, όπως ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Δημήτρης Μητρόπουλος, ο Μανώλης Καλομοίρης, η ιέρεια του χορού Ισιδώρα Ντάνκαν, η Κατίνα Παξινού, ο Αλέξης Μινωτής, η Μαρίκα Κοτοπούλη, ο Γιάννης Γρυπάρης, ο Βάσος Κανέλλος και πολλοί άλλοι. Λάτρης της Συκιάς και του Πευκιά ήταν και ο συμπολίτης μας ποιητής Κώστας Καρυωτάκης.
Το 1919 επί προέδρου Κωνσταντίνου Δάσιου, κρίθηκε το Ξυλόκαστρο και επίσημα ως θερινή διαμονή των ξένων. Από την εποχή αυτή αλλάζει όψη το Ξυλόκαστρο, που αρχίζει να γίνεται μια θαυμάσια λουτρόπολη. Βασιλείς, πρωθυπουργοί, διάσημοι ηθοποιοί, φημισμένοι καλλιτέχνες, ονομαστές οικογένειες από ολόκληρη την Ελλάδα, κάθε καλοκαίρι παραθέριζαν στο Ξυλόκαστρο που θεωρούνταν τότε το πρώτο τουριστικό μέρος της χώρας.
Στα 1923, ο ζωγράφος και καθηγητής των καλλιτεχνικών στο Γυμνάσιο, Νίκος Σαντοριναίος, εμπνεύστηκε και οργάνωσε στον Πευκιά τα «Ανθεστήρια», μια καλοκαιρινή γιορτή στην οποία κοπέλες του Ξυλοκάστρου, ντυμένες αρχαίες θεές και νύμφες, χόρευαν και μοίραζαν λουλούδια στους επισκέπτες και τους ντόπιους που διασκέδαζαν με μουσική και τραγούδια.
Την ίδια χρονιά, ο συμπολίτης μας Σωτήρης Κροκιδάς, ο οποίος διετέλεσε για λίγο και Πρωθυπουργός της Ελλάδος, με δωρεά του ίδρυσε το «Κροκίδειον Δημοτικόν Σχολείον» κοντά στην είσοδο του Πευκιά.
Το καλοκαίρι του 1938, στο ξενοδοχείο «Πευκιάς» του Στέφανου Παναγόπουλου, παραθερίζει η μεγάλη ηθοποιός Κυβέλη μαζί με τον βαφτιστικό της Δημήτρη Χορν. Και μια αναμνηστική φωτογραφία για το τέλος της δεκαετίας.
Στον ναό του αγίου Βλασίου, ο μεγάλος ζωγράφος Σπύρος Βασιλείου συνεχίζει την αγιογράφηση που είχε ξεκινήσει πριν τον πόλεμο, και ο «δικός μας» Βασίλης Γεωργιάδης, παρουσιάζει την πρώτη του ταινία σαν σκηνοθέτης με το «Άσσοι του γηπέδου».
Η «Φίνος Φιλμ» γυρίζει στο Ξυλόκαστρο το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» σε σκηνοθεσία και σενάριο του Αλέκου Σακελλάριου, μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, και ηθοποιούς τους Μίμη Φωτόπουλο, Βασίλη Αυλωνίτη, Τζένη Καρέζη και Αλέκο Αλεξανδράκη.
Γενικά υπήρχε στο Ξυλόκαστρο μια οικονομική ανάπτυξη και μια βελτίωση των συνθηκών της ζωής, κυρίως από τον τουρισμό. Κάθε φθινόπωρο, στους δρόμους του Ξυλοκάστρου δεκάδες βαρέλια ήταν παρατεταγμένα έξω από τις ταβέρνες – κι ήταν πολλές αυτές που υπήρχαν – που πλένονταν και καθαρίζονταν για να είναι έτοιμα να δεχτούν τον μούστο που μεταφερόταν από το Ζεμενό, το Δενδρό, το Ρέθι, τα Τρίκαλα. Το πλύσιμο των βαρελιών έπαιρνε εορταστικό χαρακτήρα, ήταν το πανηγύρι του μούστου.
Το 1963 ο συμπολίτης μας σκηνοθέτης Βασίλης Γεωργιάδης γύρισε την βραβευμένη ταινία «Τα κόκκινα φανάρια», με την Τζένη Καρέζη και τον Γιώργο Φούντα.
Τα καλοκαίρια περνούσαν αδιαμαρτύρητα για τους χιλιάδες παραθεριστές, γιατί όσο ζέστη κι αν έκανε, το μαγικό κλίμα του Ξυλοκάστρου, ο δροσερός Πευκιάς και οι πανέμορφες παραλίες, τους αποζημίωναν ευχάριστα. Από το σούρουπο, τα καθίσματατα στα πεζοδρόμια των καφενείων και των ζαχαροπλαστείων, γέμιζαν με κόσμο. Οι ηλικιωμένοι έλυναν με τις ατελείωτες συζητήσεις τους τα πολιτικά πράγματα της χώρας, οι μεσόκοποι κουβέντιαζαν για τις δουλειές τους, ενώ οι νέοι ξεποδαριάζονταν στους περιπάτους. Τις συντροφιές με τις καρέκλες στα πεζοδρόμια δεν τις συναντούσες μόνο σε κεντρικές περιοχές της πόλης, αλλά και στις πιο απομακρυσμένες γειτονιές. Οι επώνυμοι παραθεριστές και οι καλή κοινωνία του Ξυλοκάστρου προτιμούσαν να κάνουν το μπάνιο τους, αλλά και να πίνουν το ούζο τους και να απολαμβάνουν το παγωτό τους στο Τουριστικό Περίπτερο του Πευκιά. Στην κατασκήνωση των Αδελφών Τυπάλδου στον Πευκιά, οι εκατοντάδες ξένοι τουρίστες, έδιναν στο Ξυλόκαστρο φήμη, πλούτο και ένα κοσμοπολίτικο χαρακτήρα. Το Ξυλόκαστρο πραγματικά πλημμύριζε κάθε καλοκαίρι από αλλοδαπούς τουρίστες και από Έλληνες παραθεριστές!
Τη δεκαετία του 70, το Ξυλόκαστρο άλλαξε σχεδόν μορφή, με τις πολυκατοικίες που άρχισαν να ξεφυτρώνουν παντού. Έκλεισε η κατασκήνωση του Τυπάλδου. Τα προβλήματα της πόλης ήταν πολλά, πρώτα πρώτα υπήρχε θέμα νερού, γι’ αυτό η Κοινότητα φρόντισε με έργα, να φέρει στο Ξυλόκαστρο νερό από το Γελλήνη.
Η οικοδόμηση συνεχίστηκε με εντατικό ρυθμό. Ο παραλιακός δρόμος (Κ. Καραμανλή) άλλαξε όψη και το κεντρικό Ξυλόκαστρο απέκτησε δεκάδες πολυκατοικίες. Πολλά αριστουργήματα αρχιτεκτονικής τέχνης χάθηκαν με τον οικοδομικό οργασμό μέσα στην καρδιά της πόλης, εκεί που άλλοτε συναντούσαμε ένα ανώνυμο μουσείο με νεοκλασικά σπίτια με μαρμάρινα ή γύψινα διακοσμητικά στα μπαλκόνια και τις μετώπες, ανθισμένους κήπους, και ηλιόλουστες αυλές. Αυτά όλα τα στολίδια ήταν απ’ την εποχή που οι Ξυλοκαστρίτες έχτιζαν μεγάλα και ωραία σπίτια, που συναγωνίζονταν για το ποιος θα στολίσει καλύτερα και ωραιότερα την πρόσοψη, τις μετώπες της στέγης, τα μπαλκόνια, τις κορνίζες των παραθύρων και των εξωθύρων.
Την δεκαετία 1990 – 2000, το Ξυλόκαστρο ήταν μια πόλη των αντιθέσεων. Απ’τη μια μεριά έβλεπε κανείς ακόμη κήπους, γλάστρες στα μπαλκόνια των σπιτιών κι απ’την άλλη ξεφύτρωναν άχαρες σύγχρονες πολυκατοικίες, πολλές καφετέριες, μπαράκια και μεγάλα σούπερ μάρκετ.
Σταμάτης Νίκολης – Μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών –
Comments